Στη Γαλλία υπάρχουν πολλοί ιδιώτες βιομήχανοι και επιχειρηματίες με τεράστιες περιουσίες και απίθανες διεθνείς πηγές αποδόσεων. Το ίδιο ισχύει όμως και για διάσημους μάνατζερ κρατικών επιχειρήσεων, κάποιοι από τους οποίους κυριολεκτικά δεν ξέρουν τι έχουν. Τα τελευταία χρόνια στις κατηγορίες αυτές έρχονται να προστεθούν ποδοσφαιριστές, ηθοποιοί, τραγουδιστές, καλλιτέχνες, συγγραφείς και κάποιοι αστέρες-δημοσιογράφοι της τηλεόρασης, τρεις από τους οποίους το 2023 δήλωσαν 1,8 δισ. ευρώ περιουσιακά στοιχεία!
Από την αρχή του 21ου αιώνα, δίπλα στις παραπάνω κατηγορίες προστίθενται ανώτατοι δημόσιοι υπάλληλοι, σύμβουλοι κρατικών επιχειρήσεων, ελεύθεροι επαγγελματίες (γιατροί, δικηγόροι, διαφημιστές κ.λπ.), αλλά και κληρονόμοι μεγάλων περιουσιών, πολλοί από τους οποίους δεν προσφέρουν εξάλλου κανένα απολύτως παραγωγικό έργο.
Πώς μπορούμε να μην συνδέσουμε αυτή τη νέα κοινωνικο-εδαφική αρχιτεκτονική με την αποβιομηχάνιση που έχει πλήξει τη Γαλλία από το τέλος των ετών του Βαλερύ Ζισκάρ ντ' Εστέν; Ο χάρτης των κλεισιμάτων εργοστασίων στη Γαλλία που δημοσιεύθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής και Οικονομικών Μελετών (INSEE) είναι ένα αντίγραφο του χάρτη των ισχυρών κινητοποιήσεων των Κίτρινων Γιλέκων και της ανοδικής πορείας του Εθνικού Συναγερμού (RN) της Μαρίν Λεπέν.
Όλοι οι πολιτικοί, μέχρι και τον Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, γνωρίζουν ότι η αποβιομηχάνιση έχει προκαλέσει την κρίση των μεσαίων τάξεων στη Δύση. Μεταξύ 1974 και 2018,για παράδειγμα, η βιομηχανική απασχόληση μειώθηκε κατά 2,5 εκατομμύρια άτομα στη Γαλλία.
Η μεταφορά επιχειρήσεων στο εξωτερικό, η υπερβολική φορολογία, η αναζήτηση κερδοφορίας και ο δύσκολος κοινωνικός διάλογος είναι οι λόγοι για τη «μεγάλη αντικατάσταση» μιας παραγωγικής οικονομίας από μια οικονομία υπηρεσιών με χαμηλή προστιθέμενη αξία στην καινοτομία.
Σύμφωνα με το INSEE, η βιομηχανία επωφελείται από ένα μέσο μισθολογικό πλεονέκτημα 10% έως 13% έναντι των υπηρεσιών. «Οποιαδήποτε αύξηση στη βιομηχανία οδηγεί σε παράλληλη ανάπτυξη στην παραγωγή ενδιάμεσων αγαθών, στην υπεργολαβία, στην έρευνα κ.λπ.», σημειώνει ο πρώην επικεφαλής του ΔΝΤ, Ζακ ντε Λαροσιέρ, στο βιβλίο του με τίτλο «Είναι η γαλλική παρακμή αναστρέψιμη;» (Odile Jacob).
Με ποιο κόστος όμως; Μόνο το ποσό του γαλλικού χρέους συνοψίζει την κλίμακα της γαλλικής περίπτωσης. Ένα σημαντικό μέρος αυτών των χρημάτων έχει χρησιμοποιηθεί για την αποκατάσταση και την αντιστάθμιση επιλογών που ήταν καταστροφικές για τον οικονομικό και κοινωνικό ιστό (συνταξιοδότηση στα 60, 35ωρη εβδομάδα εργασίας, αυξήσεις μισθών για τους δημόσιους υπαλλήλους, επιδόματα χωρίς αποζημίωση, στήριξη της αγοραστικής δύναμης, πολυδάπανες επιδοτήσεις παράνομων και νόμιμων μεταναστών κλπ.).
Πέρασαν προ πολλού οι εποχές που το χρέος στη Γαλλία χρηματοδοτούσε το Concorde, την πληροφορική, την πυρηνική ενέργεια και το τρένο υψηλής ταχύτητας (TGV).
Για πολλούς Γάλλους, οι κοινωνικές δαπάνες δεν θεωρούνται πλέον ως ένας φθίνων μηχανισμός αλληλεγγύης, αλλά μάλλον ως ένα ισόβιο εισόδημα. Ως αποτέλεσμα, παραμελώντας τον πλούτο, η Γαλλία είναι από τις λιγότερο άνισες χώρες στον ΟΟΣΑ, αλλά με ποιες παρενέργειες; Αυτό, ωστόσο, δεν επαρκεί για να συμφιλιώσει τους δικαιούχους των ελάχιστων κοινωνικών παροχών (σχεδόν 5 εκατομμύρια, εξαιρουμένων των οικογενειακών και στεγαστικών επιδομάτων) και τους πολιτικούς ηγέτες τους. Τα χρήματα δεν μπορούν να καλύψουν άυλες ανάγκες.
«Οι εργαζόμενοι, που φορούσαν με υπερηφάνεια τις φόρμες εργασίας τους, έχασαν μέρος της ταυτότητάς τους χάνοντας τις δουλειές τους», εξηγεί ο οικονομολόγος Νικολά Ντυφούρ, στο βιβλίο του για τη «γαλλική αποβιομηχάνιση 1995-2015» (Εκδόσεις Jacob).
Αυτό αγγίζει την πολιτιστική πλευρά της κρίσης, η οποία είναι εξίσου σημαντική, αν όχι περισσότερο, με την οικονομική πτυχή. Η αποσύνθεση της εργατικής τάξης, αλλά και της θρησκευτικής και εθνικής ταυτότητας, άφησε ένα κενό που θα καλυφθεί από την οικονομία, μέσω της κατανάλωσης και των δυνατοτήτων που προσφέρει η σύνδεση στο διαδίκτυο.
Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, η χώρα εξοπλιζόταν με οπτικές ίνες (το 80% της επικράτειας είναι πλέον συνδεδεμένο), ενώ οι μεγάλοι λιανοπωλητές ολοκλήρωναν την ίδρυση των εμπορικών κέντρων τους στα περίχωρα των πόλεων. Υπάρχουν περίπου 2.000 υπεραγορές στη Γαλλία, σε σύγκριση με 800 στην Ιταλία.
Ένας κόσμος που ευνοεί τόσο την άμεση ικανοποίηση όσο και την απογοήτευση. Ο Homo faber δεν υπάρχει πια, ζήτω ο Homo economicus! Τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια έχουν αντικατασταθεί από κέντρα logistics ή χώρους αναψυχής της Amazon (ποδόσφαιρο σάλας, τοίχοι αναρρίχησης, αναψυκτήρια κλπ.).
«...Η προ-καταναλωτική κοινωνία χρειαζόταν δυνατούς άνδρες. Η καταναλωτική κοινωνία, από την άλλη πλευρά, χρειάζεται αδύναμους άνδρες... Απαιτεί από αυτούς τους άνδρες να ζουν από την άποψη της ποιότητας ζωής, της συμπεριφοράς και των αξιών, σε μια κατάσταση, ας πούμε, αστάθειας -η οποία τους κάνει να επιλέγουν, ως τη μόνη δυνατή υπαρξιακή πράξη, την κατανάλωση και την ικανοποίηση των ηδονιστικών της απαιτήσεων...», γράφει ο Pier Paolo Pasolini στις Λουθηρανικές Επιστολές.
Μέσα σε αυτό το βαρύ κλίμα, όπου ο μηδενισμός κερδίζει σταθερά έδαφος, «οι Γάλλοι είναι αγνώριστοι», επισημαίνει το περιοδικό «Λε Πουάν» που συνιστά πραγματική δημοσιογραφική όαση. «Η ανομία εδραιώνεται», προσθέτει. Ο ριζοσπαστισμός αναδιαμορφώνεται. Όμως, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τον δεκαπλασιάζουν. Η εξουσία αμφισβητείται. Η πολιτική δεν κατευνάζει πλέον τους ανθρώπινους δεσμούς, τους τεντώνει.
Ο Ζερόμ Φουρκέ μιλάει για μια διαδικασία «αποπολιτισμού». Έχουμε περάσει από μια χώρα αξιών σε μια χώρα συμφερόντων. Η επιθυμία υπερισχύει του καθήκοντος, του άμεσου μακροπρόθεσμα. Οι ηθικές εντολές των ελίτ να «ζουν μαζί», να σέβονται τον πλανήτη ή η αδιαφορία των φύλων έχουν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των Γάλλων στον τρόπο ζωής τους.
Με εξαίρεση τους τοπικούς αιρετούς αξιωματούχους, οι πολιτικοί δεν εμπνέουν πλέον καμία αίσθηση μεγαλείου που γεννιέται από την αυθεντικότητα και τη μετριοπάθεια. «Μετριότητα» είναι η λέξη που έρχεται στο μυαλό όταν πρόκειται για τον ορισμό της άρχουσας τάξης.
Ο πληθυσμός έχει κερδίσει σε ποιότητα ζωής και υλική άνεση, αλλά, παραδομένος σε αυτόν τον μονοδιάστατο κόσμο, έχει χάσει κάθε κουλτούρα θυσίας για κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό του. Ο Μισέλ Λε Μπρις, μιλώντας για πρόοδο και κατάρρευση της κοινότητας στο σπίτι του στη Βρετάνη, είπε: «Η ζωή είναι εγκαταλελειμμένα πρόσωπα. Ζεστό νερό δεν υπάρχει στο νεροχύτη και η ψυχή έχει κατακλυσθεί από ένα μεγάλο κενό». Η Γαλλία ψάχνεται, αλλά είναι απρόθυμη για μεταρρυθμίσεις και ελάχιστες θυσίες.
Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να κατανοήσουμε την απροθυμία των Γάλλων να αποδεχτούν την παραμικρή μεταρρύθμιση που θα φαινόταν άδικη. Οι δημοσιονομικοί περιορισμοί και η επέκταση του ωραρίου εργασίας βιώνονται έτσι ως μια αφόρητη στέρηση χρόνου για τον εαυτό.
Η παγκοσμιοποίηση, έχοντας καταστήσει πολλούς από αυτούς «άχρηστους» κοινωνικά και οικονομικά, συχνά η ύπαρξή τους έγκειται στην πράξη των αγορών, της τηλεργασίας και της εικονικότητας των ανθρώπινων σχέσεων.
Είναι αυτή η «καθαγίαση των παντόφλων» για την οποία μίλησε ο Pascal Bruckner;
Αθανάσιος Παπανδρόπουλος (Αναδημοσίευση από Euro2day)
Add comment
Comments