Ο Γιώργος Λάνθιμος είναι από τους πιο ενδιαφέροντες δημιουργούς της εποχής μας. Δεν γυρίζει μια ταινία απλά και μόνο για να τη γυρίσει. Πάντα κάτι θέλει να πει. Και το λέει κλείνοντας το μάτι στους θεατές του, όταν δεν τους βγάζει και κοροϊδευτικά τη γλώσσα. Και στην Bugonia κάνει και τα 2. Μας κλείνει το μάτι κοροϊδευτικά. Είναι η πιο κυνική δημιουργία του.
Τι σχέση έχει με το γνωστό δημιούργημα του Στάινμπεκ; Δεν το επιλέγει τυχαία. Οι ήρωες (εξαιρετικός ο Jesse Plemons), είναι πανομοιότυπα αντίγραφα του George και του Lennie. Και εδώ ο George βάζει έναν στόχο, μόνο που εδώ ο Lennie δεν είναι το "υποχρεωτικό;" φορτίο που τον εμποδίζει στην επίτευξή του. Προσπαθεί να τον εντάξει και να του φανεί χρήσιμος. Οι ομοιότητες σταματάνε εδώ.
Ο Λάνθιμος δεν υποφέρει από ιδεοληψίες. Για τον Στάινμπεκ δεν φταίει τελικά ο Lennie, φταίει το σύστημα της καταπίεσης κλπ κλπ. Στην Bugonia το αφήγημα δεν πάσχει από δογματική στενότητα.
Ο κεντρικός ήρωας είναι ένας ψεκασμένος. Λάτρης των θεωριών συνωμοσίας. Με όλα τα χαρακτηριστικά της "σέχτας" του. Λευκός, μειωμένης μόρφωσης και επαγγελματικών δεξιοτήτων, νιώθει αποξενωμένος στον νέο κόσμο που διαμορφώνεται, περιθωριοποιείται, περνά στη "σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού", μετατρέποντας τη "μισητή" τεχνολογία, σε εργαλείο "τελειοποίησης" των θεωριών του.
Η Emma Stone (επίσης εξαίσια), είναι ο εύκολος στόχος. Πλούσια, μορφωμένη, δυναμική, ιδιοκτήτρια ενός γιγαντιαίου corporate, "πουλάει" μαζί με τα προϊόντα της όσα επιθυμεί συγκυριακά να αγοράσει η Gen X.
Η προσωποποίηση του "κακού" για τους απανταχού ψεκασμένους της γης. Για τον "George" όμως είναι το διαβατήριο μιας διαπραγμάτευσης με τους βασικούς πυλώνες του "κακού", ένας τρόπος να απαλλαγεί ο κόσμος από αυτούς και συνεκδοχικά από τα βάσανά του.
Το story κυλάει γραμμικά, με πινελιές από Ταραντίνο, οδεύοντας προς το συμβατικό του τέλος. Και εκεί ο Λάνθιμος κάνει το plot switch ξεκαρδιζόμενος στα γέλια πίσω από τις κάμερες και βγάζοντας τη γλώσσα στους θεατές. "Σας την έσκασα", μας φωνάζει.
"Ξεχάσατε ότι ο λαϊκισμός θέτει τα σωστά ερωτήματα, και περιμένατε μια χολυγουντιανή κατάληξη στο δράμα."
Τα ερωτήματα του λαϊκισμού είναι πάντα σωστά, οι απαντήσεις του είναι πάντα λάθος.
Ο "George" εν μέρει έχει δίκιο. Μόνο που αναζητά το "κακό" σε λάθος μέρος. Η "κόλαση δεν είναι οι άλλοι." Η κόλαση είμαστε εμείς. Ο λαϊκισμός εντοπίζει τα προβλήματα, όμως πολύ βολικά τα μεταφέρει σε τρίτους, όταν φορείς, δημιουργοί και ισόβιοι εκφραστές του είμαστε εμείς οι ίδιοι.
Και εδώ υπεισέρχεται ένα μεταφυσικό στοιχείο, που διαπερνά και το "Poor things". Το αίτιο για το υπό εξέταση πρόβλημα είναι η απάρνηση του "Θείου". Μην παρεξηγηθώ, διευκρίνησα ότι ο Λάνθιμος δεν είναι δογματικός. Το "θείο" είναι ταιριαστό εργαλείο της αφήγησης του. Εμείς απαρνηθήκαμε το θείο και - δια της τεχνολογίας - προσπαθήσαμε να το υπερκεράσουμε, να το ξεπεράσουμε, να το υπερβούμε, να το νικήσουμε.
Τα βάλαμε με τον "δημιουργό" και ο "δημιουργός" προσπαθεί να μας μπολιάσει για να σταματήσουμε την αυτοκαταστροφική μας πορεία που εμείς οι ίδιοι επιλέξαμε.
Ποιο είναι το "θείο;" Ας πούμε η ηθική. Τι γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ;
Πως θα στηρίξεις έναν κόσμο που χτίζεις, αν δεν θάψεις στα θεμέλια του, έναν ηθικό κώδικα;
Άρα ο Λάνθιμος λειτουργεί ως ιεροκήρυκας; Οι ιεροκήρυκες δεν είναι κυνικοί, δεν χλευάζουν, δεν σατιρίζουν τις αδυναμίες μας. Και το σημαντικότερο, οι ιεροκήρυκες είναι μεσσιανικοί. Υπόσχονται τη "λύτρωση", την επίλυση όλων των προβλημάτων μέσα από την "πίστη", την "προσευχή", το θείο που θα έρθει να αποκαταστήσει τις αδικίες. Πιο πολύ σαν Στάινμπεκ μου κάνουν.
Αντιθέτως ο Λάνθιμος περιγράφει μια Bugonia. Βους+γέννα, η παλιά αντίληψη ότι οι μέλισσες γεννιούνται μέσα στο κουφάρι μιας νεκρής αγελάδας.
Απαιτείται ένας θάνατος, για να γεννηθεί κάτι νέο.
Αρνητικά υπάρχουν; Το εφεύρημα είναι δανεικό, αλλά τέλειο. Ο χειρισμός του πολλές φορές ανέμπνευστος. Εκεί θα απέδιδα τα 2,5 αστεράκια των Ελλήνων κριτικών, αν δεν θυμόμουν ότι πρόκειται για Έλληνες που κρίνουν Έλληνα. 2,5 δίνουν στις γελοίες Γαλλικές σύγχρονες "κωμωδίες."
Ο Λάνθιμος δεν φτάνει στα όρια μιας εξαιρετικής δημιουργίας, αποδεικνύει όμως ότι ο κινηματογράφος ως τέχνη, μπορεί να έχει μέλλον.
Add comment
Comments