Η Ρωσία αντιμετωπίζει ένα νέο κύμα κυρώσεων από τις ΗΠΑ και την ΕΕ, ενώ η εσωτερική της οικονομία πλησιάζει σε ύφεση, αλλά όλα αυτά δεν αρκούν για να περιορίσουν την ικανότητά της να χρηματοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία, σύμφωνα με τους ειδικούς.
"Η ύφεση δεν σημαίνει σχεδόν τίποτα για την οικονομική και πολιτική σταθερότητα της Ρωσίας στις μέρες μας," δήλωσε ο Vladislav Inozemtsev, συνιδρυτής και μέλος του Συμβουλευτικού Συμβουλίου του Κέντρου Ανάλυσης και Στρατηγικών στην Ευρώπη (CASE), μιας ανεξάρτητης δεξαμενής σκέψης με έδρα την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μια ματιά στο εσωτερικό της ρωσικής οικονομίας
Παρά την ώθηση που έλαβε από τις στρατιωτικές δαπάνες, η ρωσική οικονομία δείχνει σημάδια ολίσθησης προς την ύφεση ή τον στασιμοπληθωρισμό. Ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός και αυτό συνδυάζεται με μια απότομη οικονομική επιβράδυνση.
Ο πληθωρισμός κορυφώθηκε στο 10,3% τον Μάρτιο και υποχώρησε στο 8% τον Σεπτέμβριο, εξακολουθώντας να είναι διπλάσιος από τον στόχο του 4% της Τράπεζας της Ρωσίας.
Παρά ταύτα, η κεντρική τράπεζα μείωσε επιθετικά το βασικό της επιτόκιο, πιο πρόσφατα στις 24 Οκτωβρίου, κατά 50 μονάδες βάσης στο 16,5% - η τέταρτη συνεχόμενη μείωση και μια έκπληξη για τις αγορές που περίμεναν μια παύση.
Τα υψηλά επιτόκια και οι έντονες ελλείψεις εργατικού δυναμικού (με το ποσοστό ανεργίας να βρίσκεται στο 2,1%) έχουν περιορίσει την ανάπτυξη. Η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 1,4% σε ετήσια βάση το πρώτο τρίμηνο του 2025 και κατά 1,1% το δεύτερο τρίμηνο, από ετήσια ανάπτυξη 4,1% τόσο το 2023 όσο και το 2024.
Το επιχειρηματικό κλίμα έχει επίσης εξασθενήσει. Ο Σύνθετος Δείκτης PMI της S&P για τη Ρωσία μειώθηκε στο 46,6 τον Σεπτέμβριο από 49,1 τον Αύγουστο, σηματοδοτώντας τον τέταρτο συνεχόμενο μήνα συρρίκνωσης του ιδιωτικού τομέα και τη χαμηλότερη ένδειξη από τον Οκτώβριο του 2022, με επηρεασμένες τόσο τη μεταποίηση όσο και τις υπηρεσίες.
Σύμφωνα με το Oxford Economics, η ρωσική οικονομία δεν έχει βρεθεί σε ύφεση (οριζόμενη ως δύο συνεχόμενα τρίμηνα συρρίκνωσης). Ωστόσο, οι οικονομολόγοι της παγκόσμιας οικονομικής συμβουλευτικής εταιρείας δήλωσαν στο Euronews Business ότι αναμένουν ότι η ανάπτυξη στο τρίτο τρίμηνο θα είναι ασθενής, έως και 0,2% σε τριμηνιαία βάση.
"Αναμένουμε παρόμοιους ρυθμούς ανάπτυξης στο εγγύς μέλλον, αλλά είναι πιθανό οι πρόσφατες κυρώσεις για το πετρέλαιο να οδηγήσουν την οικονομία σε ύφεση," πρόσθεσαν οι αναλυτές.
Ο Vladislav Inozemtsev της CASE δήλωσε στο Euronews: "Το επιχειρηματικό κλίμα είναι, σε γενικές γραμμές, ζοφερό... Οι επιχειρηματίες αναμένουν επιδείνωση των συνολικών συνθηκών, οικονομική στασιμότητα, μείωση της καταναλωτικής ζήτησης και αύξηση των φόρων."
Ο οικονομολόγος αναμένει ότι μια μέτρια ύφεση θα πλήξει την οικονομία της Ρωσίας τους επόμενους μήνες, καταλήγοντας σε σταθερή ετήσια ανάπτυξη για το 2025 και "συρρίκνωση μεταξύ 1% και 1,4% το 2026." Η ρωσική οικονομία έχει προσαρμοστεί στον πόλεμο και παραμένει σε κατάσταση ισορροπίας, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Κέντρου Ανάλυσης και Στρατηγικών στην Ευρώπη (CASE). Η έκθεση προβλέπει μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικής και οικονομικής στασιμότητας στη Ρωσία, χωρίς μεγάλη ανάπτυξη ή ευημερία τα επόμενα δέκα χρόνια.
Φέρνουν αποτέλεσμα οι κυρώσεις;
Τον Οκτώβριο του 2025, τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν κυρώσεις κατά της Μόσχας, προσθήκες σε μια μακρά λίστα περιορισμών που έχουν σταδιακά τεθεί σε ισχύ από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία το 2022.
Οι ΗΠΑ επέβαλαν άμεσα κυρώσεις στις δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες της Ρωσίας, τη Rosneft και τη Lukoil, και τις θυγατρικές τους. Οι χώρες της ΕΕ υιοθέτησαν το 19ο πακέτο κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους απαγόρευσης του ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από το 2027, και της απαγόρευσης των εισαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου της Rosneft και της Gazprom Neft στην ΕΕ.
Η Ένωση έχει επίσης υιοθετήσει νέες κυρώσεις για να εμποδίσει τη Ρωσία να παρακάμψει προηγούμενους περιορισμούς, εμποδίζοντας τις επενδύσεις στη χώρα και εμποδίζοντάς την να λαμβάνει ορισμένες χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και υποδομές.
Αυτό συνδυάζεται με την απαγόρευση του εμπορίου κρίσιμων υλικών υποστήριξης του πολέμου. Αυτά τα μέτρα "αυξάνουν σημαντικά την πίεση στην ρωσική πολεμική οικονομία," σύμφωνα με την ΕΕ. Στα μάτια του Κρεμλίνου, τα νέα αυστηρότερα μέτρα δεν θα έχουν καμία επίδραση στην οικονομία της Ρωσίας και στην πολεμική της στρατηγική στην Ουκρανία.
Οι αναλυτές ισχυρίζονται ότι η Ρωσία είναι ένας ιδιαίτερα δύσκολος στόχος δεδομένων των εξαγωγών της σε πολλά κρίσιμα προϊόντα, όπως πετρέλαιο και φυσικό αέριο, λιπάσματα, σιτάρι και πολύτιμα μέταλλα. Και η Ρωσία έχει βρει τρόπους να παρακάμψει τις κυρώσεις και τους περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου μέσω ενός "σκιώδους στόλου" πετρελαιοφόρων και της ενίσχυσης των εξαγωγών προς την Κίνα και την Ινδία.
Εν τω μεταξύ, οι ειδικοί αμφισβητούν για το κατά πόσον οι κυρώσεις θα σταματήσουν τις ρωσικές πολεμικές προσπάθειες, ακόμη και αν ωθήσουν την οικονομία της χώρας σε ύφεση.
Οι κυρώσεις αναμφίβολα έχουν αντίκτυπο στα ενεργειακά έσοδα της Ρωσίας. Ωστόσο, τα ενεργειακά προϊόντα, αν και "σημαντικά για την εγχώρια αγορά και για το περιθώριο κέρδους των εξαγωγών, δεν αποτελούν ουσιαστική πηγή εσόδων για τον προϋπολογισμό ώστε να συνεχιστεί ο πόλεμος," δήλωσε η Ελίνα Ριμπάκοβα, μη μόνιμη συνεργάτιδα στο think tank Bruegel με έδρα τις Βρυξέλλες.
Τα στοιχεία του CASE επιβεβαιώνουν ότι η εξάρτηση του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο έχει μειωθεί απότομα. Το μερίδιό τους στα συνολικά έσοδα μειώθηκε από πάνω από 50% την περίοδο 2011-2014 σε μόλις 25% μέχρι τα μέσα του 2025.
Η μείωση αντικατοπτρίζει την πτώση των τιμών του πετρελαίου και της παραγωγής πετρελαίου της Ρωσίας, μαζί με την ταχεία ενίσχυση του ρουβλιού και τον αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων.
Οι ουκρανικές επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε ρωσικά διυλιστήρια πετρελαίου δεν έχουν σημαντικό αντίκτυπο στον όγκο των εξαγωγών, δήλωσε ο Ινοζέμτσεφ, προσθέτοντας ότι: "Η Ρωσία πωλεί τόσο αργό όσο και επεξεργασμένο πετρέλαιο. Εάν ένα διυλιστήριο ανατιναχθεί, το μερίδιο του αργού απλώς αυξάνεται καθώς μεταφέρεται στα λιμάνια χωρίς να υποστεί επεξεργασία."
Τα έσοδα της Ρωσίας από την παραγωγή υδρογονανθράκων εξακολουθούν να μειώνονται λόγω της μείωσης των τιμών. Αναλυτές του Oxford Economics πρόσθεσαν ότι τον Σεπτέμβριο, ο προϋπολογισμός έλαβε 582,5 δισεκατομμύρια ρούβλια (που ισοδυναμούν με 6,3 δισεκατομμύρια ευρώ) σε έσοδα από υδρογονάνθρακες, 25% λιγότερα από ό,τι τον ίδιο μήνα του 2024.
"Αυτές οι κυρώσεις δεν έχουν μεγάλη σημασία," δήλωσε ο Ινοζέμτσεφ. "Ο Πούτιν δεν πληρώνει για τον πόλεμό του με τα δολάρια ή τα γιουάν που λαμβάνει από τις εξαγωγές. Πληρώνει τους εργάτες και τους στρατιώτες ρούβλια που μπορεί να εκτυπώσει η Κεντρική Τράπεζα του ή που εισπράττει η φορολογική του υπηρεσία από ρωσικές επιχειρήσεις, αυξημένα κατά 13,2% σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο," δήλωσε ο οικονομολόγος.
Μακροπρόθεσμα, οι μειωμένες αγορές από την Ινδία και την Κίνα απειλούν να μειώσουν βασικά έσοδα, αλλά ακόμη και αν οι εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου τόσο στην Ινδία όσο και στην Κίνα μειωθούν κατά το ένα τρίτο, "ο στρατός δεν θα το νιώσει για τουλάχιστον ένα χρόνο (και πιθανότατα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα)," δήλωσε ο οικονομολόγος.
Ειδικοί στο Oxford Economics συμφώνησαν, προσθέτοντας: "Ο πόλεμος θα μπορούσε να συνεχιστεί για χρόνια. Η Ρωσία εξακολουθεί να έχει χρήματα στο κρατικό της ταμείο (5,9% του ΑΕΠ συνολικά τον Σεπτέμβριο, συμπεριλαμβανομένου του 1,9% του ΑΕΠ σε ρευστά περιουσιακά στοιχεία)."
Μια βασική πηγή εισοδήματος για τη χρηματοδότηση του ελλείμματος του προϋπολογισμού, που αναμένεται στο 2,6% του ΑΕΠ, είναι ο κρατικός δανεισμός στην εγχώρια αγορά. Το εθνικό χρέος της Ρωσίας προς το ΑΕΠ της αναμένεται να διαμορφωθεί στο 17,7% μέχρι το τέλος του 2025, σύμφωνα με την έκθεση της CASE, συμβάλλοντας στις σταθερές δημοσιονομικές προοπτικές της χώρας.
"Η κυβέρνηση θα είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο για όσο διάστημα το έλλειμμα είναι διαχειρίσιμο και μπορεί να καλυφθεί εν μέρει από το κρατικό ταμείο και εν μέρει με δανεισμό στην εγχώρια αγορά ομολόγων», σύμφωνα με το Oxford Economics.
Ο Ινοζέμτσεφ πρόσθεσε ότι οι ιδιωτικές καταθέσεις σε ρωσικές τράπεζες είναι επαρκείς, "σήμερα πέντε φορές το σύνολο του στρατιωτικού προϋπολογισμού για το 2025. Επομένως, θα πρότεινα να μην ξεγελιόμαστε, ελπίζοντας ότι η μείωση των ρωσικών εξαγωγών σύντομα θα υπονομεύσει την ικανότητα του Πούτιν να διεξάγει πόλεμο. Μπορεί να επιστρέψουμε σε αυτό το θέμα κάποια στιγμή στα τέλη του 2027, αλλά όχι νωρίτερα," κατέληξε ο Ινοζέμτσεφ.
Και το αν οι εξαγωγές θα μειωθούν πραγματικά μένει να φανεί. "Πιθανότατα, η Ρωσία θα συνεχίσει να εξάγει πετρέλαιο, αλλά με μεγαλύτερη έκπτωση και μέσω περισσότερων μεσαζόντων για να αποκρύψει την πηγή πετρελαίου», δήλωσε η Ριμπάκοβα.
"Στην περίπτωση της Κίνας, είναι σχεδόν αδύνατο να παρακολουθούνται οι συναλλαγές μεταξύ Ρωσίας και Κίνας."
Doloresz Katanich (Αναδηνοσίευση από Euronews)
Επιμέλεια/Απόδοση: Δ.Α.
Add comment
Comments